ὑποκριτικῆς

ὑποκριτικῆς
ὑποκριτικός
belonging to
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ντέιβις, Μπέτι — (Bette Davis, Αμερική 1908 – Γαλλία 1989). Αμερικανίδα ηθοποιός. Με μεγάλα εκφραστικά μάτια που έγιναν ακόμα και τραγούδι (Betty Davis eyes Kim Carnes, 1981) ξεκίνησε ως μεγάλο ταλέντο σε νεαρή ηλικία για να καταλήξει σε μια ολοκληρωμένη… …   Dictionary of Greek

  • Βανδής, Τίτος — (1917 –). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σπούδασε στο Ωδείο Θεσσαλονίκης και στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Εμφανίστηκε το 1934 στον Ιούδα του Σπ. Μελά και μέχρι το 1943 ερμήνευσε αξιόλογους ρόλους στο Εθνικό, τη Νέα Σκηνή …   Dictionary of Greek

  • Γκίμπσον, Μελ — (Mel Gibson, Νέα Υόρκη 1956 –). Αμερικανός ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός του κινηματογράφου. Ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους ηθοποιούς της σύγχρονης εποχής (η αμοιβή του, στις αρχές του 21ου αι., ξεπερνά τα 30 εκατ. δολ. ΗΠΑ ανά ταινία) …   Dictionary of Greek

  • Γληνός, Γεώργιος — (Σμύρνη 1895 – Αθήνα 1966).Ηθοποιός. Αρχικά ασχολήθηκε με το θέατρο στη Σμύρνη, σε ηλικία 22 ετών. Λίγο αργότερα έφτασε στην Αθήνα, όπου παρέμεινε έως το 1930 βασικό στέλεχος του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη. Το διάστημα 1932 45 υπήρξε ένας από… …   Dictionary of Greek

  • Διαμαντόπουλος, Βασίλης — (Πειραιάς 1920 – Αθήνα 2000). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σπούδασε στις δραματικές σχολές του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1942 στην Αγριόπαπια του Ίψεν με τον Κάρολο Κουν και μέχρι το… …   Dictionary of Greek

  • Καρντινάλε, Κλαούντια — (Claudia Cardinale,Τύνιδα1939 –). Ιταλίδα ηθοποιός. Παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής στο κέντρο κινηματογράφου στη Ρώμη. Εμφανίστηκε συνολικά σε περισσότερες από 80 ταινίες από τις οποίες ξεχωρίζουν: Ο Ρόκο και τ’ αδέλφια του (1960), Ροζ… …   Dictionary of Greek

  • Κέρτις, Τζέιμι Λι — (Jamie Lee Curtis, Λος Άντζελες 1958 –). Αμερικανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου. Κόρη των επίσης ηθοποιών Τόνι Κέρτις και Τζάνετ Λι, κράτησε και τα δύο επίθετα όταν οι γονείς της χώρισαν. Παρακολούθησε μαθήματα νομικής και υποκριτικής στο… …   Dictionary of Greek

  • Κίντμαν, Νικόλ — (Nicole Kidman, Χαβάη 1967 –). Αυστραλέζα ηθοποιός. Άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα χορού στην ηλικία των 3 ετών και υποκριτικής στα 8 της. Σπούδασε θέατρο και κινηματογράφο στη Μελβούρνη και στο Σίδνεϊ. Ξεκίνησε την καριέρα της στο θέατρο,… …   Dictionary of Greek

  • Λαμπέτη, Έλλη — (Βίλια Αττικής 1926 – Νέα Υόρκη 1983). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της ηθοποιού του θεάτρου Έλλης Λούπου. Υπήρξε μία από τις πιο σημαντικές όσο και χαρισματικές πρωταγωνίστριες του ελληνικού θεάτρου και δευτερευόντως του κινηματογράφου που επηρέασε… …   Dictionary of Greek

  • Μάνσφιλντ, Τζέιν — (Jayne Mansfield, Πενσιλβάνια 1933 – Νέα Ορλεάνη 1967). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Αμερικανίδας ηθοποιού Βέρα Τζέιν Πάλμερ (Vera Jayne Palmer). Ήταν κόρη ενός δικηγόρου ο οποίος πέθανε όταν εκείνη ήταν 6 χρόνων και στη συνέχεια η μητέρα της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”